Ψωρίαση: Πως η διατροφή μπορεί να βοηθήσει
Η ψωρίαση είναι μια χρόνια φλεγμονώδη δερματική νόσος που μπορεί να ξεκινήσει σε οποιαδήποτε ηλικία και προκαλεί συνήθως κοκκινίλες και φολιδωτές κηλίδες στην επιδερμίδα.
Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οργανισμό υγείας (ΠΟΥ) επηρεάζει το 0,09- 11,43% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Τα άτομα με ψωρίαση συχνά εμφανίζουν συννοσηρότητες όπως η ψωριασική αρθρίτιδα, καρδιαγγειακές παθήσεις , νόσο του Crohn (φλεγμονώδη πάθηση του εντέρου), παχυσαρκία, διαβήτη, και δυσλιπιδαιμία.
Η παχυσαρκία είναι ένας σημαντικός παράγοντας κινδύνου για την εμφάνιση της ψωρίασης. Η σχέση μεταξύ παχυσαρκίας – ψωρίασης είναι πιθανώς αμφίδρομη, με την παχυσαρκία να προδιαθέτει την ψωρίαση και η ψωρίαση να ευνοεί την παχυσαρκία.
Η διατροφή μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη και την πρόοδο της ψωρίασης και των συννοσηροτήτων της. Οι ασθενείς με ψωρίαση συχνά εμφανίζουν μη ισορροπημένες διατροφικές συνήθειες, όπως χαμηλότερη πρόσληψη συστατικών της Μεσογειακής διατροφής (εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, φρούτα, ψάρια και ξηροί καρποί) σε σύγκριση με υγιή άτομα.
Ποιες τροφές επιδεινώνουν ή αυξάνουν το παράγοντα κινδύνου για εμφάνιση της ψωρίασης;
H υπερβολικά υψηλή πρόσληψη απλών σακχάρων όπως η ζάχαρη μπορεί να επιδεινώσει την ψωρίαση. Η υψηλή διατροφική πρόσληψη απλών σακχάρων προκαλεί δυσβίωση της μικροχλωρίδας του εντέρου που συμβάλλει στην ενίσχυση της ψωρίασης.
Το κόκκινο κρέας (μοσχάρι, χοιρινό) μπορεί επίσης να επιδεινώσει τη φλεγμονή στην ψωρίαση εξαιτίας της επίδρασης των κορεσμένων λιπαρών οξέων και της αίμης που περιέχει.
Η κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να προκαλέσει ή να επιδεινώσει τη φλεγμονή σε αυτήν την δερματική πάθηση. Πιο συγκεκριμένα στις γυναίκες η κατανάλωση αλκοόλης αυξάνει την παραγωγή κυτοκινών (του TNF-α) που προκαλεί τον πολλαπλασιασμό των λεμφοκυττάρων και την απελευθέρωση ισταμίνης από τα μαστοκύτταρα.
Τι διατροφή να ακολουθήσω για να μειώσω την φλεγμονή στην ψωρίαση;
Έχουν γίνει αρκετές δοκιμές διατροφικών αλλαγών για την ανακούφιση της ψωρίασης. Με βάση την ανασκόπηση των διατροφικών στρατηγικών, οι διατροφικές αλλαγές μπορεί να έχουν κάποια οφέλη συμπληρωματικά με τις τρέχουσες θεραπείες πρώτης γραμμής (ανοσοκατασταλτικά φάρμακα).
Οι ασθενείς με ψωρίαση προτείνεται να ακολουθούν μια διατροφή κατάλληλα σχεδιασμένη όσον αφορά την πρόσληψη λίπους και ζάχαρης με επαρκή πρόσληψη ψαριών- θαλασσινών, σόγιας και διαιτητικών ινών, αποφεύγοντας την υπερβολική πρόσληψη κόκκινου κρέατος, απλών σακχάρων και αλκοόλ.
Η επιλογή των σωστών τύπων λίπους παίζει σημαντικό ρόλο στη διατροφή των ασθενών με ψωρίαση. Τα μονοακόρεστα λιπαρά οξέα (MUFA), συμπεριλαμβανομένου του ελαϊκού οξέος, προστατεύουν τις λιποπρωτεΐνες και τις κυτταρικές μεμβράνες από επιβλαβείς οξειδωτικές επιδράσεις. Το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο είναι μια καλή πηγή ελαϊκού οξέος.
Τα πολυακόρεστα λιπαρά οξέα εμπλέκονται στη σύνθεση αντιφλεγμονωδών ή προφλεγμονωδών ενώσεων. Τα ωμέγα-3 οξέα έχουν αντιφλεγμονώδη δράση, ενώ τα οξέα από την οικογένεια των ωμέγα-6 έχουν προφλεγμονώδη δράση. Το γ-λινολενικό οξύ ανήκει επίσης στην οικογένεια των ωμέγα-6. Ωστόσο, είναι το μόνο σε αυτή την ομάδα που έχει αντιφλεγμονώδη δράση.
Η ημερήσια ποσότητα αυτών των λιπαρών οξέων πρέπει να είναι περίπου 1–2 g.
Τέτοια προϊόντα περιλαμβάνουν: λιπαρά θαλάσσια ψάρια (ρέγκα, σαρδέλες, σολομός, τόνος, σκουμπρί), θαλασσινά, φυτικά έλαια (καμβέλαιο, λινέλαιο, καρυδέλαιο) και ξηροί καρποί (κυρίως καρύδια).
Όσον αφορά τους υδατάνθρακες η υψηλή πρόσληψη απλών υδατανθράκων μπορεί να αυξήσει το οξειδωτικό στρες και να επιδεινώσει την πορεία της ψωρίασης.
Συνιστάται η επιλογή τροφίμων με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη (δημητριακά ολικής αλέσεως, μη επεξεργασμένα λαχανικά και φρούτα), κυρίως λόγω της συχνότερης εμφάνισης μεταβολικών παθήσεων (όπως διαβήτης, αντίσταση στην ινσουλίνη) σε ασθενείς με ψωρίαση. Οι υδατάνθρακες με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη ( όπως η ζάχαρη, τα γλυκά, το μέλι, τα γλυκά ποτά, το λευκό ψωμί, τα λευκά ζυμαρικά, το λευκό ρύζι, οι πατάτες) καλό είναι να αποφεύγονται.
Αντίστοιχα η πρόσληψη φυτικών ινών μπορεί να βοηθήσει στη μείωση του οξειδωτικού στρες. Οι φυτικές ίνες περιέχονται σε φυτικά προϊόντα όπως τα λαχανικά, τα φρούτα και τα δημητριακά ολικής αλέσεως.
Επίσης θρεπτικά στοιχεία όπως η βιταμίνη C, β-καροτίνη, φλαβονοειδή & πολυφαινόλες, τα οποία περιλαμβάνονται σε πράσινα λαχανικά, καρότα, ντομάτες και φρούτα, τσάι, καφές, βότανα και μπαχαρικά, βοηθούν στη βελτίωση των δερματικών βλαβών.
Επιπλέον, η ανεπάρκεια σεληνίου, που συχνά παρατηρείται σε ασθενείς με ψωρίαση, μπορεί να είναι παράγοντας κινδύνου για την ανάπτυξη ψωρίασης και η συμπλήρωση αυτού του στοιχείου καταστέλλει την έκκριση του TNF-α (κυτοκίνη).
Πιο συγκεκριμένα ας δούμε κάποιες πηγές τροφίμων κάποιων αντιοξειδωτικών:
Βιταμίνη C: ωμά λαχανικά και φρούτα, π.χ.: πιπεριές, φύλλα μαϊντανού, λαχανάκια Βρυξελλών, μπρόκολο, σταφίδες, φράουλες, εσπεριδοειδή
Βιταμίνη Κ: φυτικά έλαια (σογιέλαιο, καλαμποκέλαιο), ξηροί καρποί, ηλιόσποροι, φύτρο σιταριού
Καροτενοειδή: λαχανικά με πορτοκαλί, κίτρινο και πράσινο χρώμα:kale, μπρόκολο, λαχανάκια Βρυξελλών, μαρούλι, κουνουπίδι, σπανάκι, καρότα, κόκκινη πιπεριά, ντομάτα, λευκό και κόκκινο λάχανο
Φλαβονοειδή: ντομάτες, πιπεριές, κρεμμύδια, μπρόκολο, εσπεριδοειδή, μήλα, σταφύλια, φραγκοστάφυλα, μερικά δημητριακά (σιτάρι, βρώμη), όσπρια, κόκκινο κρασί, πράσινο τσάι, καφές, κακάο
Σελήνιο: κρέας, ψάρι, δημητριακά ολικής αλέσεως (π.χ. βρώμη, καστανό ρύζι), γαλακτοκομικά προϊόντα, σκόρδο, κρεμμύδι, σπαράγγια, όσπρια, Βραζιλιάνικο φιστίκι, ηλιόσποροι, μανιτάρια
H βιταμίνη D έχει μια ρυθμιστική επίδραση στα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος και συμβάλλει επίσης στη διαδικασία της φυσιολογικής ανάπτυξης και διαφοροποίησης των κερατινοκυττάρων. Σε μια πιλοτική μελέτη των Gaal et al., παρατηρήθηκε ότι η λήψη συμπληρωμάτων βιταμίνης D (0,25 μg 2 φορές την ημέρα, για 6 μήνες) σε ασθενείς με ψωριασική δερματίτιδα έχει θετική επίδραση στη ρύθμιση της ανοσολογικής απόκρισης.
Όπως εκτιμάται, οι ανεπάρκειες βιταμίνης D επηρεάζουν το 50% των ασθενών με ψωρίαση το καλοκαίρι και έως και το 80% το χειμώνα. Επιπλέον, έχει αποδειχθεί ότι τους χειμερινούς μήνες, όταν η σύνθεση του δέρματος της βιταμίνης D μειώνεται σημαντικά, τα συμπτώματα συχνά εντείνονται σε ασθενείς με ψωρίαση.
Κύριες διατροφικές πηγές βιταμίνης D είναι κυρίως τα ζωικά προϊόντα (λιπαρά ψάρια όπως ρέγγα, σολομός, σκουμπρί, ιχθυέλαια και κρόκοι αυγών). Διατίθενται επίσης προϊόντα εμπλουτισμένα με αυτή τη βιταμίνη (π.χ. γάλα, δημητριακά, χυμοί). Η βιταμίνη D παρέχεται κυρίως στον ανθρώπινο οργανισμό μέσω της δερματικής σύνθεσης υπό την επίδραση των υπεριωδών ακτίνων Β (UV-B). Όταν η πρόσληψη βιταμίνης D από τα τρόφιμα και τη σύνθεση του δέρματος είναι ανεπαρκής, συνιστάται η λήψη συμπληρωμάτων.
Η διατροφή για ασθενείς με ψωρίαση θα πρέπει να ποικίλλει και να προσαρμόζεται σε κάθε ασθενή ξεχωριστά.
Barrea L. et al., Nutrition and psoriasis: is there any association between the severity of the disease and adherence to the Mediterranean diet? Journal of Translational Medicine Transl. Med. 2015;13:18.
Gaál J. et al., Immunological and clinical effects of alphacalcidol in patients with psoriatic arthropathy: results of an open, follow-up pilot study. Acta Derm Venereol. 2009;89(2):140-4
Garbicz J. et al., Nutritional Therapy in Persons Suffering from Psoriasis. Nutrients. 2022; 14(1): 119.
Kanda N. et al., Nutrition and Psoriasis. Int J Mol Sci. 2020; 21(15): 5405.
Αηδονίτσα Παυλίδη
Διαιτολόγος – Διατροφολόγος